- Κραναοῦ
- Κραναόςrockymasc gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
κραναοῦ — κραναός rocky masc/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Rharvs — RHARVS, i, Gr. Ῥάρος, ου, ein Sohn des Kranaus. Hesych. in Κραναοῦ, p. 557. & Salmas. ad ill. in Ῥάρος. Er war, nach einigen, des Celeus Vater, und Triptolems Großvater; Suid. in Ῥαριὰς, Tom. III. p. 252. nach andern aber so gleich Triptolems… … Gründliches mythologisches Lexikon
RARIA — campus in Eleusine, in qua Triptolemus primum seminsse dicitur. Steph. Ρ῾άριον, πεδίον εν Ε᾿λευςῖνι καὶ Ρ῾αρία γῆ, Ρ῾αρίας ἡ Δημήτηρ. Male apud Hesychium: Ρ῾άριον, παιδίον, pro πεδίον. Nomen hoc inditum erat illi campo a Rharo, Triptolemi patre.… … Hofmann J. Lexicon universale
Ατθίς — Μυθολογικό πρόσωπο. Κόρη του Κραναού, βασιλιά της Αθήνας, που πέθανε παρθένα και έδωσε το όνομά της στην Ατθίδα ή Αττική χώρα. Άλλη εκδοχή αναφέρει πως η Α. έκανε με τον Ήφαιστο έναν γιο, τον Εριχθόνιο, που ξαναπήρε τον θρόνο της Αθήνας,… … Dictionary of Greek
πεδιάς — Μυθολογικό πρόσωπο, κόρη του Μήνητα από τη Λακεδαίμονα και σύζυγος του βασιλιά της Αττικής Κραναού, από τον οποίο γέννησε την Κρανάη, την Κραναίχμη και την Ατθίδα. * * * άδος, ή, ΜΑ βλ. πεδιάδα … Dictionary of Greek
χαρίδαι — Α (κατά τον Ησύχ.) «χαρίδαι γένος ἐξ οὗ ὁ ἱερεὺς τοῡ Κραναοῡ» … Dictionary of Greek
Λαμπτρές — Αρχαίος δήμος της Αττικής, από τους μεγαλύτερους, που βρισκόταν στους πρόποδες του Υμηττού και ανήκε σε διακλάδωση της Ερεχθηίδας φυλής. Χωριζόταν σε δύο συνοικισμούς, τον μεσογειακό και τον παράλιο. Ο μεσογειακός βρισκόταν στη σημερινή περιοχή… … Dictionary of Greek